Η Ελπίδα ήταν απογοητευμένη από τους άντρες. Παρατηρούσε ότι ενώ οι άντρες ενδιαφέρονταν στην αρχή, μετά την απέρριπταν και εξαφανίζονταν. Όλες οι σχέσεις της ξεκινούσαν καλά αλλά σε λίγο διάστημα ο σύντροφος της άρχισε να αλλάζει και να απομακρύνεται. Κάθε σχέση της είχε ένα κοινό σημείο, οι άντρες της συμπεριφέρονταν σαν σκουπίδι ή σαν να είναι αόρατη. Η Ελπίδα κατέληγε καταβεβλημένη και απογοητευμένη κάθε φορά.
Αυτό το επαναλαμβανόμενο μοτίβο σε κάθε σχέση, την ξύπνησε. Δεν μπορεί είπε «να γνωρίζω συνεχώς άντρες με την ίδια συμπεριφορά». Τον προηγούμενο μήνα είχε διαβάσει σε ένα άρθρο μιας ψυχολόγου κάτι σημαντικό, ωστόσο εκείνη την στιγμή δεν έδωσε πολύ σημασία αλλά συγκράτησε μία φράση που την είχε δημιουργήσει απορίες: «η ψυχολογική προβολή είναι ένα μηχανισμός άμυνας για να προστατεύσει το άτομο από το άγχος που προκύπτει από τις πεποιθήσεις και τους φόβους του». Ήταν τόσο μπερδεμένο και ταυτόχρονα τόσο αποκαλυπτικό.
Αποφασισμένη να διαλευκάνει την απορία της βρήκε και έκλεισε ραντεβού με την ψυχολόγο. Μετά από αρκετές συνεδρίες η Ελπίδα άρχισε να καταλαβαίνει τι συμβαίνει σε όλες τις σχέσεις της. Η Ελπίδα ήταν το τέταρτο παιδί στην οικογένεια της μετά από 3 αγόρια. Η σχέση με τον πατέρα της ήταν εξαρτητική ενώ με την μητέρα της απορριπτική. Θυμάται να της λέει η μητέρα της ότι δεν θα βρει κανέναν να την αγαπήσει και ότι οι άντρες ξέρουν μόνο να εκμεταλλεύονται τις γυναίκες. Από μικρή ένιωθε «μίασμα» ή «αόρατη» μέσα στην οικογένεια της και ο μόνος που της έδινε λίγη προσοχή ήταν ο πατέρας της. Οι πεποιθήσεις που είχε αναπτύξει στην πρώιμη ηλικία της ήταν «Είμαι ανάξια να με αγαπήσει ένας άντρας» και « Είμαι ασήμαντη» καθρεπτίζονταν σε όλες τις σχέσεις. Η Ελπίδα δεν μπορούσε να γίνει αποδέκτης του ενδιαφέροντος και της αγάπης των συντρόφων της. Δεν μπορούσε να το νιώσει γιατί έτσι είχε μάθει. Ακόμα και το λίγο ενδιαφέρον που της έδειχνε ο πατέρας της ήταν σαν ψίχουλα αγάπης που ποτέ χόρταινε. Μιλώντας και εξετάζοντας τις περισσότερες σχέσεις με την λογική διαπίστωσε ότι οι σύντροφοι της την αγάπησαν πολύ. Ο πρώην σύζυγος της την εκτιμούσε και την αγαπούσε παρότι αυτή δεν μπόρεσε ποτέ πριν να το δει. Πάντα πρόβαλε πάνω του τις ανασφάλειες και τους φόβους της χωρίς να το καταλαβαίνει. Το ίδιο συνέβη και στην μετέπειτα σχέση της ο οποίος αποδείχτηκε παντρεμένος και λόγω της έλλειψης ορίων έμεινε σε μία προβληματική σχέση πόνου και υποτίμησης του εαυτού της. Ψάχνοντας απελπισμένα να βρει την ανύπαρκτη προσοχή και αγάπη που δεν έλαβε ποτέ δημιουργούσε σχέσεις καταδικασμένες και ανολοκλήρωτες. Η δίψα και η πείνα για σύνδεση είχε ως απότοκο η ίδια να στερεί από τον εαυτό της αυτό που θα μπορούσε να δεχτεί από τους άλλους. Ήταν ήδη καταδικασμένη κάθε σχέση που δημιουργούσε. Η αδυναμία της να νιώσει την αγάπη και την προσοχή των άλλων ήταν το κομβικό σημείο που η Ελπίδα φανέρωσε από τον υποσυνείδητό της. Η διαπίστωση ότι η ίδια δημιουργούσε τις αποτυχημένες σχέσεις λόγω των ασυνείδητων πεποιθήσεων και φόβων της ήταν το κομβικό σημείο να αλλάξει η ζωή της.
Έτσι άρχισε να παρατηρεί την ψυχολογική προβολή των αρνητικών σχέσεων της οικογενείας της στις συντροφικές της σχέσεις. Το κλειδί της απελευθέρωσης της ήταν η αναγνώριση του αμυντικού ασυνείδητου μηχανισμού που χρησιμοποιούσε και απομάκρυνε τους συντρόφους της. Επίσης η αναγνώριση της ψυχολογικής προβολής την βοήθησε να εξετάζει τις σχέσεις της πιο ειλικρινά και πιο ανοιχτά σε μελλοντικές αλληλεπιδράσεις.
Η Ελπίδα μετά από αρκετό διάστημα αισθανόταν ότι μπορούσε να εμπιστευτεί τους άντρες και ότι άξιζε να την αγαπήσουν. Εξάλλου η καλύτερη θεραπεία που έκανε ποτέ στην ζωή της, ήταν να αγαπήσει η ίδια το «μίασμα» που ήταν και ένιωθε στο παρελθόν.